Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Ψηφοδέλτια μόνο από την Εφορευτική Επιτροπή


Απλό μέτρο για δημοκρατία στην πράξη. Για να διαχωρίσουμε τους «εκλογείς» από τους «ψηφοφόρους».

Πώς εξασφαλίζουμε ότι κάθε ψήφος εκφράζει τη βούληση του εκλογέα; Πώς αποτρέπουμε τη χειραγώγηση ψηφοφόρων; Πως διασφαλίζουμε τη μυστικότητα της ψήφου; Πώς αναδεικνύουμε τους ικανούς και όχι τους ψηφοθήρες; Υπάρχει ένα απλό μέτρο που θα βοηθήσει: να ισχύουν μόνο τα ψηφοδέλτια που διατίθενται στα εκλογικά κέντρα και να μην μπορεί κανείς να φέρει ψηφοδέλτιο από το σπίτι. Να ισχύσει, δηλαδή, εκείνο που υποτίθεται ότι ισχύει: Να ψηφίζουμε με τα ψηφοδέλτια που μας δίνει η εφορευτική επιτροπή και με τίποτε άλλο.

Είναι εύκολο να εφαρμοστεί αυτό: με κάποιο τρόπο (σφράγισμα ή κάτι άλλο που σαφώς μπορεί να βρεθεί αν υπάρξει βούληση) εξασφαλίζουμε ότι έγκυρα είναι μόνο τα ψηφοδέλτια που προμηθεύει η εφορευτική επιτροπή. Για πάρα πολλούς από εμάς, που δεν πήγαμε ποτέ στο εκλογικό κέντρο με έτοιμο ψηφοδέλτιο, δεν θα αλλάξει τίποτα.

Δεν υπάρχει μυστική και ανεπηρέαστη ψηφοφορία όταν μπορεί να ρίξει κανείς στην κάλπη άλλο ψηφοδέλτιο από εκείνο που του έδωσε η εφορευτική επιτροπή.

Αν κάποιος δυσκολεύεται στην ανάγνωση, ο νόμος προβλέπει ότι τον βοηθά ο/η δικαστικός που παρίσταται στην ψηφοφορία. Πουθενά δεν γράφεται ή υπονοείται ότι φέρνει ψηφοδέλτιο έτοιμο «απ’ έξω».

Αν κάποιος επιμένει να ψηφίσει ότι του υπέδειξαν άλλοι, θα πρέπει - τουλάχιστον- να υποστεί μια στοιχειώδη δοκιμασία: Να γνωρίζει το όνομα του συνδυασμού και του υποψηφίου που του είπαν να σταυρώσει και να το αναζητήσει ο ίδιος ή να το δηλώσει στον/στην δικαστικό. Αν δεν μπορεί να κάνει ούτε αυτό, ας κάτσει σπίτι. Δεν (θα έπρεπε να) δικαιούται να ψηφίζει.

Σίγουρα, χωρίς προεπιλεγμένα ψηφοδέλτια πολλοί εκλογείς θα καθυστερούν μέχρι να εντοπίσουν το επιθυμητό ψηφοδέλτιο. Ωστόσο, η ανεπηρέαστη ψήφος και η μυστικότητα της ψηφοφορίας είναι σοβαρότερο ζήτημα από την καθυστέρηση.

Η υπάρχουσα κατάσταση δεν νομιμοποιείται με κανέναν τρόπο – ασχέτως αν πρακτικά όλοι οι εμπλεκόμενοι στις εκλογές την έχουν αποδεχτεί. Το μαζικό σταύρωμα και μοίρασμα ψηφοδελτίων σε φακελάκια μέχρι και έξω από τα εκλογικά κέντρα δεν είναι δημοκρατία. Η εικόνα του ανήμπορου ηλικιωμένου που σύρεται υποβασταζόμενος μέχρι την πόρτα του εκλογικού κέντρου και εκεί τον παραδίσουν στην εφορευτική επιτροπή σφίγγοντας στο χέρι του το χαρτάκι και λέγοντάς του «θα πετάξεις ότι σου δώσουν και θα βάλεις στον φάκελο 'αυτό'» δεν είναι δημοκρατία. Οι «συναλλαγές» με πρωταγωνιστές εκείνους που ελέγχουν μεγάλο αριθμό ψήφων «επηρεάζοντας» κοινωνικές ομάδες όπως ρομά, υπαλληλικό προσωπικό, ενορίτες κ.λπ. δεν είναι δημοκρατία.

Δημοκρατία είναι να πηγαίνεις στο εκλογικό κέντρο γνωρίζοντας μόνο εσύ τι θα ψηφίσεις.

Φυσικά, χωρίς έτοιμα ψηφοδέλτια όλοι όσοι εμπλεκόμαστε σε εκλογές θα χάσουμε ψήφους. Περισσότερο από όλους θα χάσουν οι συστηματικοί ψηφοθήρες. Άρα … συμφέρει εμάς τους (λιγάκι περισσότερο) δημοκράτες!

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

Εκκλησιαστική περιουσία και άγρια φύση: μια παλιά φιλία τελειώνει

Σημαντικές φυσικές περιοχές που διαχειρίζεται η εκκλησία θα καταστραφούν αν αλλάξουν χρήση.






Οι μεγάλες αδιαίρετες εκκλησιαστικές εκτάσεις τραβούν το ενδιαφέρον επενδυτών.
Όμως, συνήθως πρόκειται για περιοχές πολύ σημαντικές για την άγρια φύση.
Υγρά λιβάδια της Λάμιας, κοντά στο Μετόχι, στο Εθνικό Πάρκο Κοτυχίου Στροφιλιάς.

Το ζήτημα της «αξιοποίησης» της εκκλησιαστικής περιουσίας έχει άμεσες επιπτώσεις στην προστασία της άγριας φύσης διότι η εκκλησία, εκτός από καθαρά εμπορική περιουσία (κτίρια, οικόπεδα εντός σχεδίου κ.λπ.), διαθέτει πολλές εκτάσεις που παραμένουν σε φυσική κατάσταση ή εξακολουθούν να φιλοξενούν παραδοσιακές χρήσεις γης. Σε αυτές περιλαμβάνονται δάση και «δασικές εκτάσεις», υγρότοποι (λίμνες, λιμνοθάλασσες, υγρολίβαδα κ.λπ.), «βοσκότοποι», παραδοσιακή αγροτική γη και γενικά, δεκάδες χιλιάδες στρέμματα που έχουν αξία για τη βιοποικιλότητα.

Η αξία που έχουν οι (φυσικές) εκκλησιαστικές περιοχές για τη βιοποικιλότητα οφείλεται στο γεγονός ότι αυτή η εκκλησιαστική περιουσία κρατήθηκε εκτός "άγριας" ανάπτυξης και συνεπώς οι βιότοποι που περιέχονται σε αυτήν δεν έχουν καταστραφεί. Επιπλέον, συχνά πρόκειται για μεγάλες αδιαίρετες εκτάσεις (π.χ. ιδιοκτησίες Μοναστηριών, που δεν έχουν αλλάξει χρήση επί εκατοντάδες χρόνια, ή που που περιήλθαν σε Μονές μετά την τουρκοκρατία) που περιλαμβάνουν σπάνια δείγματα ενιαίων και αδιατάρακτων οικοσυστημάτων (π.χ. παράκτια δάση, υγρολίβαδα) τα οποία αλλού είναι κατακερματισμένα και υποβαθμισμένα. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετές εκκλησιαστικές εκτάσεις αποτελούν μέρος περιοχών που περιλαμβάνονται στο Ευρωπαϊκό δίκτυο των κορυφαίων για τη φύση περιοχών, το Natura-2000. Μέχρι σήμερα αυτές οι περιοχές απέφυγαν σε μεγάλο βαθμό μερικές από τις πιο σοβαρές ανθρώπινες παρεμβάσεις που κατά κανόνα απειλούν την βιοποικιλότητα: οικοπεδοποίηση, οικοδομές, οδικό δίκτυο και άλλες μορφές «σφραγίσματος γης» (τσιμεντόστρωση, μπάζωμα, γκαζόν και οτιδήποτε καλύπτει τη φυσική βλάστηση), εντατικοποίηση της γεωργίας ή / και εγκατάλειψη της παραδοσιακής γεωργίας και κτηνοτροφίας, αλλαγές στην αλιευτική και δασική διαχείριση και, γενικά, μια δέσμη τρομερών απειλών υπό τον γενικό τίτλο «αλλαγή χρήσεων γης».

Η αλλαγή χρήσεων γης είναι το κρίσιμο ζήτημα για την βιοποικιλότητα. Η άγρια φύση δεν ενδιαφέρεται για το ποιος κατέχει τη γη αλλά για το τι κάνει με αυτήν. Μεγάλο μέρος της ελληνικής βιοποικιλότητας εξαρτάται από τη διατήρηση παραδοσιακών χρήσεων γης με τις οποίες έχει συνυπάρξει και συ-νεξελιχθεί επί χιλιάδες χρόνια. Από αυτή την σκοπιά, οι εκκλησιαστικές εκτάσεις ήταν, μέχρι σήμερα, μάλλον ασφαλείς για τη φύση καθώς δεν γνώριζαν δραματικές και απότομες αλλαγές. Ίσως αυτό οφειλόταν στον εγγενή συντηρητισμό της εκκλησίας, ο οποίος απέτρεπε επενδυτικά «ανοίγματα» και άλλα ηχηρά αναπτυξιακά παρόμοια. Ίσως ήταν η κοινωνική ευαισθησία της εκκλησίας προς τους μικρούς και ταπεινούς χρήστες της γης. Ίσως ήταν η παραδοσιακή θρησκευτική κλίση προς τα μη-υλικά αγαθά και την εγκράτεια. Ίσως όλα μαζί ή και άλλα. Το σίγουρο είναι ότι οι φυσικές περιοχές που βρίσκονταν υπό εκκλησιαστικό έλεγχο συνήθως απολάμβαναν κάποιο άτυπο καθεστώς «προστασίας».

Η κατάσταση αυτή άρχισε να αλλάζει αποφασιστικά εδώ και μερικά χρόνια, αρχικά με την ίδρυση της Εταιρίας Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας και καταλήγοντας στο κοινό, από Εκκλησία και Δημόσιο, Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής περιουσίας.  Όσο περνούν τα χρόνια, με διάφορες αφορμές και συνεχείς πιέσεις, συνεχώς ξεπερνιούνται τα εμπόδια για την βέλτιστη καταγραφή και αξιοποίησή της εκκλησιαστικής περιουσίας. Η εκκλησία άρχισε σταδιακά να μεταμορφώνεται κι αυτή σε βασικό τροφοδότη της άγριας ανάπτυξης προσφέροντας «νέα γη».

Αυτή η μεταστροφή είναι επικίνδυνη για τη βιοποικιλότητα, ιδίως αν αντιληφθούμε ποιο είναι το κύριο επενδυτικό ενδιαφέρον στις εκκλησιαστικές εκτάσεις σήμερα: αυτό δεν είναι τα δήθεν «φιλέτα» που τάχα είχαν μείνει αναξιοποίητα. Όσα τέτοια "φιλέτα" υπήρχαν έχουν ήδη αξιοποιηθεί - δεν υπήρχε αξεπέραστο νομικό ή άλλο τεχνικό κώλυμα για να ζητήσει και να λάβει κάποιος από την εκκλησία μια καλή έκταση για τουριστική, γεωργική ή άλλη εκμετάλλευση.

Εκείνο που κυρίως τραβά την προσοχή των επενδυτών σήμερα είναι οι μεγάλες αδιαίρετες εκκλησιαστικές εκτάσεις. Οι δυσεύρετες εκείνες ενιαίες ιδιοκτησίες των χιλιάδων στρεμμάτων με τις οποίες το μοντέλο της άγριας ανάπτυξης (που μας έφερε μέχρι εδώ) μπορεί να πάρει παράταση ζωής. Μέχρι πρόσφατα, αυτές οι περιοχές ήταν αδιάφορες για επενδύσεις. Σήμερα, είναι περιζήτητες για δύο κυρίως χρήσεις: μεγάλες τουριστικές εγκαταστάσεις (πάντα με γκολφ) και βιομηχανικής κλίμακας εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (αιολικά πάρκα, φωτοβολταϊκά και καλλιέργεια ενεργειακών φυτών – η τελευταία, αν και φαινομενικά αθώα, ίσως έχει τις σοβαρότερες επιπτώσεις). Καθώς τα νομικά προβλήματα παρακάμπτονται με τη χαλάρωση της νομοθεσίας (που πλέον επιτρέπει επεμβάσεις αδιανόητες μερικά χρόνια πριν) το μόνο πρόβλημα που απομένει είναι η ανεύρεση πολύ μεγάλων ιδιοκτησιών για «σοβαρούς» επενδυτές. Η εκκλησία προσφέρει τη λύση…

Ωστόσο, αυτές ακριβώς οι μεγάλες εκκλησιαστικές εκτάσεις είναι σημαντικές για την άγρια φύση και, καθώς όλες οι επενδύσεις προϋποθέτουν δραστική αλλαγή χρήσης, βρισκόμαστε μπροστά στην απειλή σοβαρής οικολογικής υποβάθμισης αυτών των περιοχών. Τυπικά παραδείγματα είναι η τουριστική αξιοποίηση του Κάβο Σίδερο στη ΒΑ Κρήτη (περιοχή Natura που ανήκει στη Ι.Μ. Τοπλού) και το γιγαντιαίο Αιολικό Πάρκο στη Σκύρο (περιοχή Natura που ανήκει στη Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους). Σε μια άλλη περίπτωση, ένας επενδυτής ανέφερε  «συμφωνία με την Εκκλησία» για 12.000 στρέμματα στο Μετόχι της Καλογριάς  στην Αχαΐα (περιοχή Natura και Εθνικό Πάρκο που ανήκει στη Ι.Μ. Μεγάλου Σπηλαίου) για καλλιέργεια ενεργειακών φυτών, εννοώντας το μεγάλο «αναξιοποίητο» λιβάδι της Λάμιας – ένα κορυφαίας σημασίας οικοσύστημα για παρυδάτια και καλοβατικά πουλιά (δεν ήταν σοβαρή πρόταση και δεν προχώρησε, είναι, όμως, ενδεικτική της νοοτροπίας και της τάσης).

Άσχετα με το ποιο θα είναι το τέλος αυτής της ιστορίας (και άσχετα από την προσωπική στάση και πολιτική άποψη του καθενός σε ζητήματα εκκλησιαστικής περιουσίας), η «αξιοποίηση» της εκκλησιαστικής περιουσίας σημαίνει, για την άγρια φύση, οριστικό τέλος σε μια μακρά περίοδο ασφάλειας.

Το όρος Κόχυλας στην Σκύρο αποτελεί στόχο επίμονων προτάσεων για τεράστιο Αιολικό Πάρκο. Θέλγητρο για τους επενδυτές είναι το ότι ολόκληρη η περιοχή αποτελεί ενιαία εκκλησιαστική ιδιοκτησία (της Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας) που μπορεί άμεσα να αξιοποιηθεί για μεγάλες επενδύσεις. Ωστόσο αποτελεί περιοχή μεγίστης οικολογικής αξίας και αυτά τα επενδυτικά σχέδια θα την καταστρέψουν.


Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Από την Οξειά στον Σκορπιό


Ο θαυμαστός μικρόκοσμος των Εχινάδων και του εσωτερικού αρχιπελάγους του Ιονίου
Ο επιβλητικός Κάλαμος και δίπλα του ο Καστός, όπως φαίνονται από το δρόμο Αστακού - Μύτικα. 
Πίσω από τον Καστό (με τη "διπλή" κορυφή - στην πραγματικότητα είναι αρκετά μακριά) η Άτοκος και στο βάθος η Ιθάκη (αχνοφαίνεται και η Κεφαλλονιά τέρμα στο βάθος αριστερά).


Οι Εχινάδες όπως φαίνονται από τη βόρεια είσοδο του κόλπου του Αστακού.
Ο "οξύς" κώνος στο βάθος είναι η Οξειά
Οι Βόρειες Εχινάδες, στην είσοδο του Κόλπου του Αστακού (αεροφωτογραφία από Νοτιοανατολικά, βλ. και τον χάρτη παρακάτω). Αρχίζοντας από την κοντινότερη: Ποντικός, Προβάτι, Καρλονήσι, Δρακονέρα και κάμποσες μικρότερες νησίδες.  Επίσης μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας. Ο ορίζοντας κλείνει (από αριστερά) με  Ιθάκη, Άτοκο, Λευκάδα, Καστό/Κάλαμο. Πίσω από το "τείχος" που σχηματίζουν η Λευκάδα με την Ιθάκη (και συμπληρώνεται πιο Νότια με την Κεφαλλονιά) αρχίζει το απέραντο Ιόνιο Πέλαγος (Φωτ. Φώτης Περγαντής)



Το απώτατο ΒΔ τμήμα του Αρχιπελάγους, δίπλα στην Λευκάδα (φωτογραφημένο από τον ορεινό όγκο Σκάροι πάνω από το Νυδρί). Αριστερά η Σπάρτη, μπροστά στο Νυδρί η Χελώνη (το μικρό νησάκι) και (πιο δεξιά) η  Μαδουρή, πιο πίσω ο Σκορπιός (με την μικρότερη νησίδα Σκορπίδι πιο μπροστά), παρακάτω το Μεγανήσι. Στο βάθος, πίσω από το Μεγανήσι, το Αρκούδι, η Άτοκος και αριστερά ο Κάλαμος. Φωτ. Γιώργος Καρρής.

Γεωγραφία: τα πολύπλοκα συμπλέγματα
Το εσωτερικό αρχιπέλαγος του Ιονίου (εμφανίζεται και με τα ονόματα "Εσωτερικό Ιόνιο" ή "Κόλπος Εχινάδων") διαχωρίζεται από την ανοιχτή θάλασσα από το "τείχος" που σχηματίζουν η Λευκάδα, η Ιθάκη και η Κεφαλλονιά. Μέσα σε αυτό τον ιδιαίτερο  νησιωτικό μικρόκοσμο περιλαμβάνονται δύο διακριτά συμπλέγματα:
Χάρτης των Εχινάδων από τη Βικιπαίδεια
 1. Οι Εχινάδες, το Νοτιοανατολικό σύμπλεγμα, οι αρχαίες Θόες νήσοι, που αποτελούνται από περίπου 20 ακατοίκητες νησίδες δίπλα στην ακτή της Ακαρνανίας, από τις εκβολές Αχελώου μέχρι τον Αστακό. Η νοτιότερη των Εχινάδων, η Οξειά, δεσπόζει στην είσοδο του Πατραϊκού. Η μεγαλύτερη, ο Πεταλάς, είναι σχεδόν ενωμένη με τη στεριά.  Οι Νότιες – Κεντρικές Εχινάδες (Μάκρη, Βρόμονας και Μόδια) είναι πιο «πελαγίσιες» νησίδες, ενώ οι Βόρειες (Δρακονέρα, Προβάτι, Ποντικός κ.λπ.) μοιάζουν περισσότερο με προέκταση της γειτονικής ακτής του Ξηρομέρου.

2. Το Βορειοδυτικό Σύμπλεγμα, η αρχαίες νήσοι των Ταφίων, όπου περιλαμβάνονται τρία κατοικημένα νησάκια Καστός, Κάλαμος και Μεγανήσι και περίπου 12 ακατοίκητες νησίδες. Το Μεγανήσι βρίσκεται «κολλητά» στη Λευκάδα και είναι ένα φιλικό τοπίο με δαντελωτές ακτές. Αντίθετα, ο Κάλαμος είναι ένας μεγαλόπρεπος μακρόστενος ορεινός όγκος μέσα στη θάλασσα, μια φυσική συνέχεια των Ακαρνανικών βουνών. Από τις νησίδες ξεχωρίζει η Άτοκος, η οποία με το επιβλητικό της παρουσιαστικό και την θέση της στην μέση του αρχιπελάγους αποτελεί σημείο αναφοράς για όλη την περιοχή, ορατή από παντού. Να σημειώσουμε και τις νησίδες ανάμεσα στο Μεγανήσι και το Νυδρί, στις οποίες περιλαμβάνεται και ο Σκορπιός. Εδώ μέσα επικρατούν συνθήκες «λίμνης», αφού πρόκειται για ένα «έξτρα κλειστό» μίνι-αρχιπέλαγος μέσα στο αρχιπέλαγος.
Αυτό το αρχιπέλαγος αποτελεί περιοχή με ιδιαίτερα πολιτιστικά και οικολογικά χαρακτηριστικά επειδή συνδυάζει την απομόνωση των μικρών νησιών με την γειτνίαση με την ηπειρωτική Ελλάδα. Δηλαδή υπάρχει ταυτόχρονα ησυχία και εύκολη πρόσβαση – συνδυασμός πολύ σημαντικός, τουλάχιστον για τα πουλιά και τους ανθρώπους. 

 Οικολογική ιδιαιτερότητα: νησίδες μαζί με υγρότοπους και βουνά
Τα δύο συμπλέγματα του εσωτερικού αρχιπελάγους του Ιονίου
Ένα τέτοιο δαιδαλώδες σύμπλεγμα νησιών είναι ιδανικό για φώκιες, θαλασσοπούλια και μερικά ακόμη είδη των μικρών νησιών, αλλά και, φυσικά, για τη θαλάσσια ζωή. Η περιοχή των Βόρειων και των πιο "πελαγικών" Εχινάδων με το όνομα «Εσωτερικό Αρχιπέλαγος Ιονίου» είναι προστατευόμενη και έχει περιληφθεί στο δίκτυο Natura-2000, ως μία από τις κορυφαίες για τη φώκια σε εθνικό επίπεδο και πολύ σημαντική για κητώδη και άλλα θαλασσινά είδη και  θαλασσοπούλια (μαζί με τις Νότιες Εχινάδες είναι η σημαντικότερη περιοχή στο Ιόνιο για τον Θαλασσοκόρακα). Από το 2018 περιλαμβάνεται στην αρμοδιότητα του Φορέα Διαχείρισης Αμβρακικού - Λευκάδας.
Υπάρχει όμως κάτι παραπάνω από το νησιωτικό στοιχείο: πολλά νησάκια των Εχινάδων βρίσκονται πολύ κοντά στην ηπειρωτική ακτή και, μάλιστα, δίπλα σε δύο πολύ σημαντικούς βιότοπους: το σύμπλεγμα υγροτόπων Μεσολογγίου – Αιτωλικού - εκβολών Αχελώου και τα Ακαρνανικά όρη. Αυτό σημαίνει ότι, εκτός από τα είδη των νησιών, συναντούμε εδώ πουλιά των υγροτόπων (π.χ. ερωδιούς, χαλκόκοτες) και των βουνών (π.χ. αετούς, ακόμη και Πετροπέρδικες).  Έτσι, οι κεντρικές και νότιες Εχινάδες, αυτές που βρίσκονται πιο κοντά στην Ακαρνανική ακτή, έχουν χαρακτηρισθεί Ζώνες Ειδικής Προστασίας για την ορνιθοπανίδα και αποτελούν μέρος του Εθνικού Πάρκου Λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου – Αιτωλικού και εκβολών του Αχελώου. Αυτό σημαίνει ότι περιλαμβάνονται στην αρμοδιότητα άλλου Φορέα Διαχείρισης από ότι οι Βόρειες Εχινάδες, συγκεκριμένα, στον Φορέα Διαχείρισης Μεσολογγίου - Ακαρνανικών. (Παρακάτω, βλέπουμε τους χάρτες των δύο Φορέων Διαχείρισης όπως δημοσιεύτηκαν από το ΥΠΕΝ)


Η περιοχή Natura-2000  των Βόρειων Εχινάδων (ο κάτω σκιασμένος χώρος) ως περιοχή αρμοδιότητας του Φορέα Διαχείρισης Αμβρακικού - Λευκάδας  (συνολική σκιασμένη περιοχή). [Παρατηρούμε ότι η προστατευόμενη περιοχή, των Βόρειων και των "πελαγικών" Εχινάδων, περιλαμβάνει και τη νησίδα Βρόμωνας, στην κάτω "αιχμή" του σκιασμένου χώρου]

Η περιοχή Natura-2000 των Νότιων Εχινάδων (οι τρεις ορθογώνιοι σκιασμένοι χώροι στα κάτω αριστερά),  ως περιοχή αρμοδιότητας του Φορέα Διαχείρισης Μεσολογγίου - Ακαρνανικών (συνολική σκιασμένη περιοχή). [Παρατηρούμε ότι, ενώ όλες οι Εχινάδες είναι προστατευόμενες, ανήκουν σε διαφορετικές περιοχές περιοχές Natura-2000 και διαφορετικούς Φορείς Διαχείρισης. Αυτό δημιουργεί  το παράδοξο γεγονός η νησίδα Βρόμωνας αποτελεί αρμοδιότητα διαφορετικού Φορέα Διαχείρισης από ότι οι διπλανές της νησίδες]

Τα στεριανά πουλιά που χρησιμοποιούν τις νησίδες βρίσκουν σε αυτές ασφάλεια για να φωλιάσουν (το καλοκαίρι) και να κουρνιάσουν (το χειμώνα). Έχουν τις νησίδες ως ορμητήριο από όπου ξεκινούν για να τραφούν στις λιμνοθάλασσες, τους βάλτους και τα βουνά. Ορισμένα αρπακτικά κάνουν το αντίθετο: φωλιάζουν στα βουνά της Ακαρνανίας και επισκέπτονται τις νησίδες για να κυνηγήσουν πουλιά και αγριοκούνελα. Αυτό το συνεχές πήγαινε – έλα ανάμεσα στις νησίδες και τη στεριά, αυτό το «πάντρεμα» νησιωτικών και στεριανών οικοσυστημάτων αποτελεί το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτού του μικρού αρχιπελάγους. Μόνο εδώ μπορείς να δεις φώκια κάτω από την φωλιά του Χρυσαετού...

Η Οξειά όπως φαίνεται από το πλοίο της γραμμής για Ιόνιο - Ιταλία


Κάλαμος

Κάλαμος

Μεγανήσι


Τυπική εικόνα στις βόρειες Εχινάδες: βραχώδης ακτή και αρχαία ελαιόδεντρα στη Δρακονέρα, κοντά στον Αστακό.

 Ιστορία: γεωγραφικά στο Ξηρόμερο, διοικητικά στα Επτάνησα
Ο αείμνηστος Γιάννης Ρογδάκης, ο, πρόωρα χαμένος, πρώτος πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου της Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου – Αιτωλικού, αγαπούσε την περιοχή των εκβολών του Αχελώου. Συχνά αναφερόταν σε έναν μύθο, όπως έλεγε, κατά τον οποίο ο Αχελώος προσπαθούσε να φέρει κοντά του μία - μία τις ερωμένες του τις Εχινάδες. Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι πρώτα τις είχε διώξει από κοντά του επειδή δεν τον υμνούσαν όπως έπρεπε. Όπως συμβαίνει συχνά με την ελληνική μυθολογία, η θεματολογία σχετίζεται με πραγματικά γεωλογικά φαινόμενα. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Αχελώος, με τις προσχώσεις του, προεξέτεινε γρήγορα το Δέλτα του προς τη θάλασσα, έφτανε και εγκλώβιζε ένα – ένα τα νησάκια, ενσωματώνοντάς τα στη στεριά. Τουλάχιστον δέκα πρώην νησίδες του αρχιπελάγους είναι πλέον βραχώδεις λόφοι στην πεδιάδα του Αχελώου, από το Αιτωλικό μέχρι το Βαλτί. Ανάμεσά τους και ο αρχαιολογικός χώρος με το θέατρο και το νεώριο των Οινιάδων, κοντά στην Κατοχή. Η μεγάλη εκπαιδευτική αξία αυτού του χώρου είναι όχι μόνο πολιτιστική αλλά και γεωλογική, αφού αποτελεί πρώτης τάξεως παράδειγμα μεγάλων αλλαγών στην επιφάνεια της γης στον ιστορικό χρόνο: οι εγκαταστάσεις όπου τα αρχαία πλοία σύρονταν στη στεριά για συντήρηση σήμερα απέχουν 5 χιλιόμετρα από τη θάλασσα και δύο χιλιόμετρα από τον ίδιο τον Αχελώο. 

Η τελευταία νησίδα που ενώθηκε με τη στεριά ήταν το Διόνι, ακριβώς βόρεια των εκβολών (δεν λογαριάζεται, πλέον, ως νησίδα), ενώ ο Πεταλάς, λιγάκι πιο βόρεια, είναι «στο τσακ», αλλά χωρίζεται ακόμη από τη στεριά με ένα ρηχό θαλάσσιο λασπότοπο (αυτός «μετρά» ακόμη ως μια από τις Εχινάδες). Πάντως, σήμερα, τα άφθονα φερτά υλικά του Αχελώου έχουν πλέον εγκλωβιστεί στον πυθμένα των φραγμάτων (Στράτος, Καστράκι, Κρεμαστά, για την ώρα …) και η επέκταση της στεριάς προς τις νησίδες έχει σταματήσει.

Οι εκβολές του Αχελώου (αεροφωτογραφία από Νότια). Διακρίνονται η κυρίως κοίτη, περιφερειακές λιμνοθάλασσες, λασποτόπια, αμμοσύτρες, ορυζώνες, κανάλια και καλύβες ψαράδων. Αμέσως πιο Βόρεια η τέως νησίδα Διόνι, που έχει πλέον ενωθεί με τη στεριά, και ακολουθεί ο (πιο γυμνός) Πεταλάς, που διαχωρίζεται ακόμη από τη στεριά με μια ρηχή θαλάσσια ζώνη. Στο βάθος, πίσω από τον Πεταλά φαίνεται πρώτα η κορυφή Βελούτσα (η Νότια απόληξη των Ακαρνανικών, πάνω από τον Αστακό) και τέρμα στο βάθος ο κύριος όγκος των Ακαρνανικών βουνών. ΒΔ του Πεταλά (πίσω και αριστερά, όπως βλέπουμε)  φαίνονται μερικές από τις Βόρειες Εχινάδες και στο βάθος αριστερά ο Κάλαμος. (Φωτ. Φώτης Περγαντής)
Οι τελευταίοι μαίανδροι του Αχελώου πριν τη θάλασσα (φωτογραφία από Ανατολικά, δηλαδή δεξιά της προηγούμενης εικόνας). Αριστερά, ο λόφος Κουτσιλάρης, ο οποίος έχει ενωθεί με τη στεριά. Στο βάθος η Οξειά (η οποία ίσως κάποτε να ενωνόταν κι αυτή, αν συνέχιζε ο ποταμός να κατεβάζει ιζήματα) Φωτογραφία από τον Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Μεσολογγίου.

Ο Γιάννης Ρογδάκης αναφερόταν συχνά και σε ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός που έλαβε χώρα στις Εχινάδες. Μια φορά, μας έλεγε, προέτρεψε έναν Ισπανό διπλωμάτη που επισκεπτόταν την περιοχή για καταδύσεις να βουτήξει κοντά στην Οξειά χαριτολογώντας: «αν είστε τυχερός, μπορεί να βρείτε και το δαχτυλίδι που φορούσε στο χέρι του ο Θερβάντες…». Ως γνωστόν, ο μεγάλος Ισπανός λογοτέχνης είχε λάβει μέρος στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, όπου είχε χάσει το χέρι του… Η ναυμαχία της «Ναυπάκτου» (7 Οκτωβρίου 1571) δεν είχε καμία σχέση με τη σημερινή Ναύπακτο. Έγινε στις Νότιες Εχινάδες, από την Οξυά μέχρι απέναντι στον Άραξο και την Καλογριά, καλύπτοντας ολόκληρη την Είσοδο του Πατραϊκού.
Η ναυμαχία εκείνη σχετίζεται, έστω και έμμεσα, με το σημερινό ιδιόμορφο διοικητικό καθεστώς αυτών των νησίδων. Η οριστική ήττα του στόλου των Οθωμανών σταμάτησε την επέκτασή τους πιο Δυτικά. Τα νησάκια αυτά έγιναν επί αιώνες το σύνορο Ανατολής – Δύσης (καταφύγιο για τους κατατρεγμένους επαναστάτες της Στερεάς αλλά και ορμητήριο πειρατών) και ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα μαζί με τα Επτάνησα το 1864.  Ακόμη και σήμερα, όλες οι Εχινάδες ανήκουν στο Νομό Κεφαλληνίας παρόλο που δεν έχουν λειτουργική σχέση με αυτό το Νομό - μετά βίας είναι ορατές από την Ιθάκη. Αντίθετα, μερικές απέχουν λίγες μόνο εκατοντάδες μέτρα από την Αιτωλοακαρνανία. Λειτουργική σχέση με την Ιθάκη έχει μόνο η Άτοκος από το Βορειοδυτικό Σύμπλεγμα, ενώ οι πιο βόρειες νησίδες ανήκουν στη Λευκάδα.
Αυτή η διοικητική ιδιομορφία έχει και εύθυμες πλευρές: για να πάρουν συνέντευξη από τους «ντόπιους» σχετικά με τις φημολογούμενες αραβικές επενδύσεις στην Οξειά, τα τηλεοπτικά συνεργεία, αφού είδαν ότι "αρμόδιος" είναι ο δήμος Ιθάκης, πήγαν και ρωτούσαν τους κατοίκους στη μακρινή Ιθάκη – ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με την επένδυση ούτε είχαν δει ποτέ τους την Οξειά. Δεν πήγαν να ρωτήσουν εκείνους που καθημερινά ζουν και εργάζονται λιγότερο από μισό μίλι απέναντι από τη νησίδα.
Ιχθυοκαλλιέργειες στις βόρειες Εχινάδες

Νησίδα με αποικία ερωδιών




Το στενό ανάμεσα σε Μεγανήσι και Λευκάδα.
Ο ορεινός όγκος στο βάθος είναι ο Αίνος της Κεφαλλονιάς.

Προστασία: "καλά", όσο δεν πατιούνται οι νησίδες…
Παρά την απώλεια κάποιων από τα σημαντικά στοιχεία της πανίδας –όπως η αποικία με τα Όρνια στην Οξειά, που χάθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90- το αρχιπέλαγος, σε γενικές γραμμές, διατηρεί ακόμη την οικολογική αξία του αφού η ανθρώπινη παρουσία πάνω στις νησίδες παραμένει περιστασιακή (κυνηγοί, κτηνοτρόφοι). Βέβαια, στο θαλάσσιο χώρο υπάρχει έντονη κίνηση, ωστόσο τα αλιευτικά και τα τουριστικά σκάφη (που τον Αύγουστο κυριεύουν κάθε γωνιά του αρχιπελάγους) κατά κανόνα δεν αποβιβάζουν κόσμο πάνω στις ακατοίκητες νησίδες. Το ίδιο ισχύει και με τις ιχθυοκαλλιέργειες, οι οποίες έχουν κατακλύσει τις Εχινάδες: εντοπίζονται κι αυτές δίπλα, όχι πάνω, στις νησίδες.
Πρέπει να τονιστεί ότι οι ιχθυοκαλλιέργειες και ο τουρισμός μπορεί να προκαλέσουν πολύ σοβαρά προβλήματα σε προστατευόμενες περιοχές και πρέπει να λειτουργούν υπό αυστηρούς όρους – ειδικά για την αποφυγή όχλησης στις αποικίες πουλιών (αποφυγή προβολέων, θορύβων, σκυλιών) και στη φώκια (αποφυγή τουριστικών επισκέψεων σε σπηλιές). Ωστόσο, η κατάσταση στο αρχιπέλαγος μπορεί θεωρητικά να ελεγχθεί  όσο δεν  παραβιάζεται το «άβατο» του ασύλου της φύσης πάνω στις ακατοίκητες νησίδες (φυσικά, η εκρηκτική αύξηση των μονάδων και της παραγωγής, μέσα από τη θεσμοθέτηση Περιοχής Οργανωμένης Ανάπτυξης Ιχθυοκαλλιεργειών, ξεφεύγει κατά πολύ από οποιαδήποτε βιώσιμη προοπτική και σίγουρα θα αυξηθεί πολύ και η πίεση πάνω στις νησίδες).
Όσο για τη Ναυτική Βιομηχανική Περιοχή στο Πλατυγιάλι (τον παραδεισένιο κόλπο νότια του Αστακού, που τον ετοίμαζαν για διαλυτήριο πλοίων, έφτιαξαν ένα τεράστιο τσιμεντένιο λιμάνι, το οποίο, αφού το αρχικό έργο, φυσικά, ναυάγησε, προσδοκούν να γίνει διεθνής βιομηχανικός λιμένας για ανεπιθύμητες δραστηριότητες…), ίσως κάποτε λειτουργήσει και φέρει κίνηση πλοίων στη θάλασσα. Πάντως, θεωρητικά τουλάχιστον, οι επιπτώσεις πάνω στις νησίδες μπορούν να αποφευχθούν.
Τέλος, υπάρχουν  και οι εξορύξεις Υδρογονανθράκων. Η Άτοκος και οι Εχινάδες εφάπτονται του ενός «οικοπέδου» που έχει δοθεί για εκμετάλλευση. Επειδή η ιστορία αυτή βρίσκεται ακόμη στη φάση των ευσεβών αναπτυξιακών πόθων, ας πούμε μόνο ότι η προστασία της φύσης μπορεί να διασφαλιστεί, αρκεί να αποτελεί θεμελιώδη δέσμευση του οποιουδήποτε επενδυτή, τόσο κατά τη φάση κατασκευής, όσο και κατά τη λειτουργία (κάτι που δημιουργεί, δεν αφαιρεί, θέσεις εργασίας, όπως έχουμε εξηγήσει).

Η «αξιοποίηση» των ακατοίκητων νησίδων...
Η πώληση των ακατοίκητων νησίδων των Εχινάδων λέγεται ότι θα φέρει την «αξιοποίησή» τους. Αν είναι έτσι, έχουμε εντελώς νέα δεδομένα διότι για πρώτη φορά έχουμε ενδιαφέρον για ανάπτυξη πάνω στις νησίδες. Όπως έχουμε πει και γράψει πολλές φορές, οι ακατοίκητες νησίδες είναι σημαντικές για την άγρια φύση, ιδίως για τα πουλιά και τη φώκια, και ο λόγος για τον οποίο έχουν αυτή την αξία είναι ακριβώς επειδή είναι ακατοίκητες (βλ. κώδικα συμπεριφοράς σε μικρές νησίδες και σύνοψη της αξίας των νησίδων πριν την Εδέμ). Οποιαδήποτε μόνιμη ανθρώπινη παρουσία, όπως και παρουσία άλλων χερσαίων θηρευτών (π.χ. σκυλιά), ακυρώνει την οικολογική αξία των νησίδων.
Δεν έχει σημασία αν η «αξιοποίηση» των νησίδων γίνει με ήπιες κατασκευές καλής αισθητικής, με ντόπια υλικά, που θα «ταιριάζουν» με το περιβάλλον και με άλλες "ποιοτικές" προδιαγραφές. Το ζήτημα διαχείρισης των νησίδων δεν είναι πρόβλημα αισθητικής.
Δεν έχει σημασία αν οι χρήστες των νησίδων πρόκειται να είναι λιγοστοί, διαλεχτοί επισκέπτες «επιπέδου», με  κουλτούρα και οικολογικές ευαισθησίες, που θα σέβονται το περιβάλλον. Το ζήτημα διαχείρισης των νησίδων δεν είναι πρόβλημα «γούστου».

Το ζήτημα διαχείρισης των νησίδων είναι η παρουσία ή απουσία ανθρώπων. 
Μια αποικία πουλιών μπορεί να ανεχθεί μια μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας δίπλα στη νησίδα με τις φωλιές, ακόμα κι αν πρόκειται για ακαλαίσθητη εγκατάσταση με «ασυνείδητους» περιβαλλοντικά εργαζόμενους. Δεν μπορεί όμως να ανεχτεί ένα μικρό συγκρότημα μπανγκαλόου πάνω στη νησίδα, ακόμη κι αν είναι κατασκευασμένο με περιβαλλοντικά φιλικό τρόπο και κατοικείται από «οικολόγους». Εκείνο που ενδιαφέρει τα πουλιά στις νησίδες είναι το αν υπάρχουν επικίνδυνα χερσαία θηλαστικά (αυτό είναι ο άνθρωπος στα μάτια των περισσοτέρων άλλων ζώων – όχι αδικαιολόγητα, φυσικά). Αν αντιληφθούν κάτι τέτοιο, δεν φωλιάζουν.
Θεωρητικά, σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. σε μεγάλες νησίδες, όπως η Οξειά, ή ακόμη και σε μικρότερες νησίδες αν παραστεί τεράστια εθνική ανάγκη), μπορούν να γίνουν περιορισμένες επεμβάσεις υπό αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους. Αυτοί οι όροι, όμως, δεν αφορούν μόνο σε συντελεστές δόμησης, αρχιτεκτονική κ.λπ. Οι ειδικοί όροι για μια νησίδα αφορούν σε μέτρα όπως απαγόρευση φωτών το βράδυ και κυκλοφορίας σε μεγάλα τμήματά της, αυστηρός αποκλεισμός μεταφοράς οποιουδήποτε κατοικίδιου ζώου πάνω στη νησίδα αλλά και αποτροπή οποιασδήποτε εισαγωγής βλάστησης (δηλαδή όχι γκαζόν, γλάστρες, φυτεύσεις δέντρων κλπ.) και άλλα παρόμοια που φαίνονται μικρής σημασίας αλλού αλλά είναι κρίσιμα στις ακατοίκητες νησίδες.
Με δεδομένο ότι βρισκόμαστε εντός προστατευόμενων περιοχών, μια στοιχειωδώς ορθή Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων θα επιβάλει μέτρα όπως τα παραπάνω. Το γνωρίζουν αυτό οι υποψήφιοι επενδυτές, ή πιστεύουν ότι μπορούν να κάνουν ότι θέλουν; Φυσικά, όλες αυτές οι νησίδες είναι ιδιωτικές και σαφώς μπορούν να πωληθούν και να αγοραστούν. Σημασία, όμως, δεν έχει το σε ποιον ανήκουν αλλά το τι μπορεί να γίνει πάνω σε αυτές. Άραγε, σε περίπτωση υλοποίησης των σχεδίων "αξιοποίησης" των νησίδων, θα λειτουργήσουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί που αφορούν σε επενδύσεις μέσα σε εθνικά πάρκα; (Βλ. επενδύσεις σε προστατευόμενες περιοχές)

Δεν είναι όλα … Σκορπιός
Ο Σκορπιός είναι πανέμορφο νησάκι, εντελώς «εξημερωμένο». Ακόμη και πριν τον αγοράσει ο Ωνάσης, καλυπτόταν βασικά από ελαιώνες και άλλες καλλιέργειες -όχι από άγρια οικοσυστήματα. Άρα, το γεγονός ότι έχουν γίνει επενδύσεις και κατασκευές πάνω στο Σκορπιό δεν σημαίνει ότι τέτοιες μπορούν να γίνουν σε όλες τις νησίδες. Άλλωστε, ο Σκορπιός προσφερόταν για τέτοια δουλειά: ήπιες κλίσεις, πλούσια βλάστηση, εύφορο έδαφος, πολλές παραλίες και υπήνεμοι κόλποι σε κάθε πλευρά (άρα "απάγκιο" σε κάθε περίσταση) και απουσία έντονων καιρικών φαινομένων. Αντίθετα, οι «άγριες» ανεμοδαρμένες βραχονησίδες νοτιότερα δεν έχουν καμία σχέση με το αρχέτυπο του παραδεισένιου νησιωτικού τουριστικού προορισμού.
Όπως συμβαίνει και σε τόσες άλλες περιπτώσεις, ό,τι προσφερόταν για «αξιοποίηση» έχει ήδη «αξιοποιηθεί». Δεν υπάρχουν σήμερα «φιλέτα» που, για κάποιο άγνωστο λόγο, ξέφευγαν της προσοχής μας επί τέσσερις δεκαετίες άγριας ανάπτυξης. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Άτοκο. Γιατί, άραγε, ένα νησί 4,4 τετραγωνικών χιλιομέτρων σε τέτοια κομβική θέση μένει αναξιοποίητο; Απάντηση: διότι η Άτοκος είναι μια πελώρια διπλή βουνοκορφή που αναδύεται από τα βαθιά νερά και υψώνεται με κλίση άνω των 45ο, χωρίς ασφαλές καταφύγιο (μόνο ένας κολπίσκος στο νότιο τμήμα προσφέρεται για στάση των ιστιοπλοϊκών το καλοκαίρι, όταν δεν φυσά πολύ), με συνεχείς ριπές ανέμου που κατεβαίνουν από το βουνό στην υπήνεμη πλευρά («σπηλιάδες»). Για την άγρια φύση είναι ένας παράδεισος, αφού τα απότομα βράχια, οι ξέρες, ακόμη και οι σπηλιάδες (που διευκολύνουν την πτήση στα αρπακτικά και τα πετροχελίδονα) είναι επιθυμητά στοιχεία. Για τον άνθρωπο, όμως, είναι ένας τόπος αφιλόξενος, που μόνο περιστασιακά προσέφερε βόσκηση, ασβεστοκάμινα και ίσως κάποια καλλιέργεια σε πεζούλα.
Πολλοί θα επιμείνουν ότι, παρά ταύτα, ένας εύπορος «ευπατρίδης» επενδυτής θα βρει τρόπο να «αξιοποιήσει» τα βράχια στη μέση του πελάγους. Εμείς, θα επιμείνουμε: αυτές οι νησίδες, όπως κάθε «άγριο» μέρος (βουνοκορφές, βάλτοι, πυκνά δάση κ.λπ.) είναι γοητευτικός προορισμός μόνο όταν πρόκειται για επίσκεψη -όχι για διαμονή ή επένδυση. Το πιθανότερο είναι ότι κάθε επέμβαση πάνω σε αυτές θα αποφέρει διπλό κακό: θα αποτύχει σαν επένδυση και θα καταστρέψει το περιβάλλον αφού θα καταστρέψει το βασικό οικολογικό χαρακτηριστικό των νησίδων , που είναι η ησυχία και η απομόνωσή τους.
Ας το πάρουμε απόφαση: ότι βλέπουμε σήμερα «αναξιοποίητο» είναι αυτό που δεν ταιριάζει στον άνθρωπο – άρα είναι καταφύγιο για τη φύση, όπως οι μικρές ακατοίκητες νησίδες των Εχινάδων. Η καλύτερη «επένδυση» είναι να τις αφήσουμε ήσυχες ή, απλά, να τηρήσουμε τις προδιαγραφές προστασίας τους, όπως οφείλουμε.

Κοιτώντας Δ - ΒΔ από την Βελούτσα, Βόρεια του Αστακού. Από αριστερά: Άτοκος, πίσω η Ιθάκη, Αρκούδι, μπροστά Καστός και Κάλαμος, πίσω τα Φορμίκουλα, Κήθρος, Μεγανήσι, Λευκάδα.
(φωτ. Γιάννης Ρουσσόπουλος)

Οι Βόρειες Εχινάδες, όπως φαίνονται από το όρος Βελούτσα, Βόρεια του Αστακού.  Το πιο μεγάλο νησί μπροστά μας είναι η Δραγονέρα. Αριστερά στο βάθος η Μάκρη, δεξιά ο Βρόμονας, ανάμεσά τους τα Μόδια. (φωτ. Γιάννης Ρουσσόπουλος)

Η Οξειά όπως φαίνεται από το Διόνι, εκβολές Αχελώου
(φωτ. Γιάννης Ρουσσόπουλος)
Ο Κάλαμος (δεξιά), ο Μύτικας στο Ξηρόμερο (αριστερά) και ιχθυοκαλλιέργειες
Τυπική ακτή στην Άτοκο



Καστός


Καστός

Άτοκος




Από τον Καστό κοιτάμε βορειοδυτικά και βλέπουμε δεξιά την άκρη του Καλάμου, πιο πίσω το Μεγανήσι και την Κύθρο. Αριστερά (πίσω από το ακρωτήριο του Καστού σε πρώτο πλάνο) φαίνονται ένα μικρό τμήμα από  τα Φορμίκουλα (Μυρμυγκάκια) και πιο πίσω η άκρη από το Αρκούδι. Τέρμα στο βάθος, ο ορίζοντας (και  η επαφή με το ανοιχτό Ιόνιο) κλείνει με την Λευκάδα.


Ο Κάλαμος, όπως φαίνεται από απέναντι, στα Ακαρνανικά. Δεξιά, το ακρωτήριο του Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας. Στο βάθος το Μεγανήσι και η Λευκάδα. Φωτ. Κυριάκος Γαλάνης

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

ΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ: ΟΙ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΟΙ ΧΩΡΟΙ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ

Οι κοινόχρηστοι χώροι πρέπει να σχεδιάζονται για να χρησιμοποιούνται μαζικά από τους πολίτες – όχι για τα μαγαζιά ή για «εντυπωσιασμό».

Μια μητέρα σε συνοικία της Πάτρας το έθεσε απλά: «Δεν βγάζω τα παιδιά βόλτα επειδή δεν μου περισσεύουν δύο ευρώ. Κάπου πρέπει να κάτσω. Κάτι πρέπει να πάρω». Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα στις σύγχρονες ελληνικές πόλεις: H έλλειψη κοινόχρηστων χώρων και η μετατροπή τους σε εμπορικές ζώνες.

Επί 20-30 χρόνια «ανάπτυξης» αυτό δεν μας πείραζε. Τι κι αν δεν υπήρχαν πλατείες; Υπήρχαν καφετέριες και παιδότοποι. Τι κι αν οι κοινόχρηστοι χώροι είχαν καταληφθεί από μαγαζιά; Είχαμε χρήματα να ξοδέψουμε. Τι κι αν δεν υπήρχε χώρος για περίπατο; Είχαμε γυμναστήρια κ.ο.κ.

Αυτή η κατάσταση τελείωσε αναγκαστικά, λόγω οικονομικής κρίσης. Τώρα οι κοινόχρηστοι χώροι πρέπει να γίνουν ξανά αυτό που υποτίθεται ότι είναι: Χώροι όπου οι πολίτες μπορούν να περνούν ώρες για περίπατο, κουβέντα, χαλάρωση, παιχνίδι, κουτσομπολιό, φλερτ ή οτιδήποτε άλλο χωρίς να χρειάζεται να δαπανήσουν χρήματα.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα έχει επιβληθεί ως άποψη ότι τα καλύτερα μέρη σε μια πλατεία (πρέπει να) καταλαμβάνονται από εμπορικές δραστηριότητες και ότι η σχεδόν αυτονόητη κατάληξη κάθε εξόδου είναι να κάτσει κανείς σε κάποιο μαγαζί (κάτι που κακώς θεωρείται «ανάπτυξη» αφού οι πολίτες πληρώνουν). Αντίθετα, οι κοινόχρηστοι χώροι των περισσοτέρων ευρωπαϊκών πόλεων διαθέτουν άπειρες επιλογές (χώρους περιπάτου, πικνίκ, άφθονα παγκάκια, σκιά κ.λπ.) για μια αξιοπρεπή έξοδο χωρίς να χρειαστεί να ξοδέψει κανείς τίποτα.

Όσον αφορά στο περιβόητο πρόγραμμα αστικών αναπλάσεων, σχεδιάστηκε κι αυτό (όπως όλο το ΕΣΠΑ) σε εποχές «παχιών αγελάδων» και είχε ως στόχο τη «μόστρα» ή/και την εμπορική δραστηριότητα και όχι τον πολίτη-χρήστη. Αυτό πρέπει να αλλάξει. Τώρα χρειάζονται χώροι όπου οι πολίτες θα περνούν το χρόνο τους χωρίς να αναγκάζονται να ξοδέψουν. Η σκιά, το πόσιμο νερό, η πρόσβαση για καροτσάκια και Α.Μ.Ε.Α., τα άφθονα σημεία για ανάπαυση και συναντήσεις, οι ασφαλείς χώροι περιπάτου, η ευκολία και οικονομία στη συντήρηση και την καθαριότητα είναι πιο σημαντικά από ένα εντυπωσιακό σκηνικό που δεν χρησιμοποιεί κανείς.


Πλατεία σχεδιασμένη για εμπορική χρήση και όχι για τους πολίτες:
Μοναδική επιλογή για την παρέα των ηλικιωμένων για να βρουν σκιά είναι να στριμωχθούν στο παγκάκι που έχει "κλειστεί" από τα τραπέζια ή στις καρέκλες του μαγαζιού
με την ανοχή του μαγαζάτορα.

Τέτοιες απλές κινήσεις έχουν τεράστιο κοινωνικό όφελος αφού ανεβάζουν το επίπεδο ζωής των πολιτών και μετριάζουν τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Οι αστικές αναπλάσεις, λοιπόν, πρέπει να εστιάσουν στην εξυπηρέτηση του καθημερινού πολίτη, αλλιώς θα γίνουν μία ακόμη επιδρομή δαπανηρών πλακοστρώσεων και ηλεκτροφωτισμού για εμπορική χρήση – θλιβερός επίλογος μιας εποχής που τελειώνει.

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

ΟΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΥΝ ΤΙΣ ΑΚΤΕΣ


Επειδή μπροστά στα μεγάλα αναπτυξιακά έργα αμβλύνονται οι συνειδήσεις και ερμηνεύεται κατά το δοκούν η επιστήμη, συνοψίζουμε τα στοιχειώδη περί ποταμών, απόληψης «αδρανών» υλικών και διάβρωσης ακτών.



Οι παραλίες χτίζονται από τα ποτάμια
Οι παραλίες είναι αποτέλεσμα μιας συνεχούς δυναμικής διαδικασίας: Τα ποτάμια κατεβάζουν βότσαλα, άμμο και λάσπη, στη συνέχεια τα κύματα και τα θαλάσσια ρεύματα απλώνουν αυτά τα υλικά και χτίζουν τις ακτές. Κι όμως, εμείς αυτά τα υλικά τα ονομάζουμε «αδρανή»!

Ας πάρουμε για παράδειγμα την δαντελωτή, με συνεχή ακρωτήρια παραλιακή περιοχή της Αιγιάλειας. Κάθε ακρωτήριο έχει σχηματιστεί από τις προσχώσεις ενός ποταμού. Ακόμη και ‘ασήμαντα’ ποτάμια, όπως ο Λαδοπόταμος στην Πούντα, έχουν χτίσει μια αξιόλογη πεδινή έκταση.

Χωρίς τις προσχώσεις αυτών των ποταμών δεν θα υπήρχε πεδινή ζώνη και παραλίες. Τα βουνά θα ‘έπεφταν’ κατευθείαν στη θάλασσα, όπως κάνουν στην απέναντι ακτή της Στερεάς. Έτσι ήσαν και οι νότιες ακτές του Κορινθιακού μέχρι πριν εφτά χιλιάδες χρόνια περίπου, όταν σταμάτησε η ραγδαία ανύψωση της στάθμης της θάλασσας μετά το πέρας της τελευταίας εποχής των παγετώνων.









Οι εκβολές του Κράθη στην Ακράτα. Με διακεκομμένη γραμμή φαίνεται η αρχαία ακτογραμμή.
Ολόκληρη η περιοχή στα δεξιά αποτελεί προσχώσεις του ποταμού στα τελευταία 7.000 χρόνια

Η διαδικασία είναι ταχύτατη
Ότι βλέπουμε σήμερα, λοιπόν, ως πεδινή ζώνη έχει δημιουργηθεί μέσα σε εφτά χιλιάδες χρόνια το πολύ. Αν αναλογιστούμε ότι, στην περίπτωση της Αιγιάλειας, η πεδινή ζώνη καλύπτει πάνω από 90.000 στρέμματα, με μια απλή διαίρεση συμπεραίνουμε ότι, κατά μέσο όρο, δημιουργούνται περίπου 12 στρέμματα το χρόνο νέας πεδινής έκτασης από τα ποτάμια. [Στην πραγματικότητα, αυτή η διαδικασία δεν γίνεται με σταθερό ρυθμό. Μπορεί επί σειρά ετών να ‘κατεβαίνουν’ λίγα υλικά και με μια μεγάλη ‘κατεβασιά’ να σχηματιστούν δεκάδες στρέμματα ακόμη και σε μια νύχτα – όπως στην περίπτωση του Κράθη τον Ιανουάριο του 1914].

Είναι δύσκολο να πιστέψουμε την ταχύτητα με την οποία τα ποτάμια κατεβάζουν υλικά στην ακτή. Ενδεικτικά, μια μελέτη στον Δούναβη στην Αυστρία, με ενσωματωμένους πομπούς μέσα σε ποταμίσιες πέτρες, βρήκε ότι ένα βότσαλα στο μέγεθος πατάτας μετακινείται κατά μέσο όρο τρία χιλιόμετρα το χρόνο. Και αναφερόμαστε σε ένα αργό, νωχελικό ποτάμι. Πόσο, άραγε, να μετακινείται μια παρόμοια πέτρα στον -με πολύ μικρότερο όγκο νερού αλλά και πολύ πιο ορμητικό- Σελινούντα, έναν τυπικό ποταμό της Νότιας Ελλάδας;

Χάνονται τα αδρανή – χάνονται οι ακτές
Όταν λείψουν τα «αδρανή», τα κύματα και, κυρίως, τα θαλάσσια ρεύματα (που κατευθύνονται παράλληλα με την ακτή και μεταφέρουν υλικά - η λεγόμενη "παράκτια στερεομεταφορά") αρχίζουν να διαβρώνουν τις παραλίες, με ανυπολόγιστο κόστος για την οικονομική και κοινωνική ζωή. Αυτό το βιώνουν με οδυνηρό τρόπο οι νότιες ακτές του Κορινθιακού και της Βορειοδυτικής Πελοποννήσου μετά από τέσσερις δεκαετίες απόληψης υλικών από τα ποτάμια. Εκατομμύρια τόνοι από άμμο, βότσαλα και χαλίκια στερήθηκαν από τις παραλίες και έγιναν μπετόν σε λιμάνια και οικοδομές ή υπόστρωμα στην εθνική οδό.

Δεν έχει σημασία πόσο μακριά από τις εκβολές έγιναν οι παρεμβάσεις. Η κατάβαση των υλικών προς τη θάλασσα, εκτός από το ότι είναι ταχύτατη, λειτουργεί και σαν «ντόμινο»: το ένα βότσαλο σπρώχνει το παρακάτω. Από οποιοδήποτε σημείο κι αν αφαιρέσω  ένα κομμάτι, η διαδικασία σταματά.


Η κοίτη του Κράθη κοντά στην Ακράτα. Το νερό καταλαμβάνει ένα μικρό μέρος
της ενεργού κοίτης. Ωστόσο, υπάρχουν στιγμές που το νερό καλύπτει
ολόκληρη την έκταση από τη μια άκρη ως την άλλη
Η «ενεργός κοίτη»
Μια δικαιολογία για παρέμβαση στα ποτάμια, την οποία επικαλέσθηκε η Ολυμπία Οδός προκειμένου να λάβει εύκολα υλικό, βασίζεται στο εξής: «Δεν παίρνουμε υλικό από την κοίτη. Πηγαίνουμε παραδίπλα, εκεί που το ποτάμι δεν ρέει εδώ και δεκαετίες. Άρα, το υλικό που αφαιρούμε δεν προοριζόταν να καταλήξει στις ακτές». Αυτό δεν ισχύει. Στη Νότια Ελλάδα, τα ποτάμια αλλάζουν συνεχώς ροή και, ακόμη κι αν έχουν περάσει ‘δεκαετίες’, κάποια στιγμή θα ξαναπεράσουν από κάθε ‘ξεχασμένο’ σημείο της ενεργού κοίτης (ενεργός κοίτη είναι η εμφανής ακάλυπτη χαλικώδης έκταση δίπλα στις δύο όχθες).

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, στο μεσογειακό κλίμα, οι μεγάλες πλημμύρες συμβαίνουν ξαφνικά και ακανόνιστα μετά από πολλά χρόνια. Μέσα στην τελευταία εικοσαετία, κάθε ποτάμι της Νότιας Ελλάδας, σε διαφορετική στιγμή το καθένα, έχει βρεθεί πλημμυρισμένο με νερό από τη μια άκρη ως την άλλη έστω και για λίγες ώρες. Αυτές οι μετρημένες μεγάλες ‘κατεβασιάς’ είναι πολύτιμες, αφού αρκούν για να αναπληρώνουν δεκαετίες διάβρωσης στις ακτές. Αν εμείς ανοίξουμε μια μεγάλη τρύπα δίπλα στο ποτάμι, όταν γίνει η μεγάλη κατεβασιά, τα υλικά θα καλύψουν πρώτα αυτό το κενό και μόνο όσα περισσέψουν θα φτάσουν στη θάλασσα. Άρα, σε κάθε περίπτωση, η απόληψη υλικού από οποιοδήποτε σημείο της κοίτης στερεί υλικό από τις ακτές.

Ο ΔΑΝΕΙΟΘΑΛΑΜΟΣ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΙ: πρόβλημα υπάρχει ακόμη και αν η απόληψη του υλικού γίνεται εκεί από όπου το ποτάμι δεν έχει περάσει εδώ και χρόνια (και εντωμεταξύ έχει αναπτυχθεί βλάστηση). Κάποια στιγμή, μετά από μια μεγάλη πλημμύρα, το νερό θα περάσει από όλη την κοίτη. Το υλικό που θα κατέληγε στη θάλασσα θα εγκλωβιστεί τότε στο σημείο όπου έγιναν οι αμμοληψίες για να καλύψει το κενό που δημιουργήθηκε.

Πώς δικαιολογούν επεμβάσεις στα ποτάμια;
Τα τεράστια κέρδη που επιφέρει η εκμετάλλευση των «αδρανών» (λόγω ευκολίας στην απόληψη και απουσίας ιδιωτικών εκτάσεων) κάνουν κάθε επέμβαση στα ποτάμια ακαταμάχητη πρόκληση. Γι αυτό προβάλλονται με υπερβολικό τρόπο δύο κυρίως επιχειρήματα, τα οποία συχνά ενστερνίζονται και καλοπροαίρετοι πολίτες.

Πρώτον ότι η διάβρωση των ακτών μπορεί να αντιμετωπιστεί και χωρίς νέο δομικό υλικό από τα ποτάμια. Οι προτάσεις αυτές συνήθως περιλαμβάνουν πολλούς μικρούς προβόλους που μετριάζουν τα ρεύματα κατά μήκος της ακτής συγκρατώντας τα υλικά της παραλίας. Τοπικά (ανάλογα με τη μέθοδο) μπορεί να υπάρξει αποτέλεσμα, όμως, το πρόβλημα μεταφέρεται σε γειτονικές ακτές. Ειδικά στον Κορινθιακό, όπου τα βάθη είναι πολύ μεγάλα, δεν υπάρχει διαθέσιμο υλικό πιο ανοιχτά για να μεταφερθεί στις ακτές με φυσικό ή τεχνητό τρόπο και να αναπληρώσει τα κενά που έχουν ήδη δημιουργηθεί (κάτι που έχει επιτυχώς δοκιμαστεί αλλού). Χωρίς νέο δομικό υλικό από τα ποτάμια για να ξεκινήσει πάλι το χτίσιμο των ακτών, δεν υπάρχει ελπίδα..

Η δεύτερη δικαιολογία είναι τα περιβόητα «αντιπλημμυρικά». Ότι, δηλαδή, έχει σωρευτεί υλικό σε ορισμένα σημεία λόγω παλαιότερων τεχνικών έργων που στένεψαν την κοίτη ή δημιούργησαν εμπόδια (π.χ. γέφυρες). Εκεί, το ποτάμι μπορεί να υπερχειλίσει. Το ίδιο μπορεί να συμβαίνει όταν η ακτή ανυψώνεται λόγω γεωλογικών φαινομένων, δημιουργώντας μηδενική κλίση στον κάτω ρου. Άρα, λένε, μπορεί να αφαιρεθεί υλικό. Αν αυτό συμβαίνει, μόνη λύση είναι η αποκατάσταση της φυσικής ροής των ποταμών. Μέχρι να γίνει αυτό, οποιαδήποτε παρέμβαση δικαιολογείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, πρέπει να είναι χειρουργικής ακρίβειας, να τεκμηριώνεται με σοβαρή μελέτη και το υλικό που θα βγαίνει πρέπει να αποτίθεται σε άλλο σημείο του ποταμού από όπου μπορεί να συνεχίσει την πορεία του προς τη θάλασσα - ή να μεταφερθεί απευθείας στην εκβολή σε σημείο όπου θα μπορεί να το "πάρει το κύμα". Αυτό δεν έχει καμία σχέση με τις δήθεν επείγουσες αντιπλημμυρικές επεμβάσεις, κατά τις οποίες ’ξεκοιλιάζονται’ τα ποτάμια, το υλικό είτε απομακρύνεται προς "άγνωστη κατεύθυνση" ή συγκεντρώνεται στο πλάι προς πώληση (όπου η Κτηματική Υπηρεσία εκτιμά «ότι μπορεί» και στο τέλος κάποιοι θησαυρίζουν).

Εναλλακτικές λύσεις
Κανένα μεγάλο έργο δεν μπορεί να αντισταθμίσει το οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό  κόστος από τη διάβρωση των ακτών. Ακόμη κι αν δεν υπήρχε εναλλακτική λύση, δεν θα έπρεπε να παρεμβαίνει κανείς στα ποτάμια. Πόσο μάλλον όταν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Οι λατομικές ζώνες όταν δεν καταλαμβάνουν έκταση από προστατευόμενες περιοχές ή αρχαιολογικούς χώρους, είναι αποδεκτή λύση.

Προτιμότερη είναι η λύση των ‘δανειοθαλάμων’ (χώρος όπου σκάβει κανείς και βγάζει αμμοχάλικο) σε παλιές προσχώσεις, δηλαδή εκεί από όπου το ποτάμι διερχόταν αιώνες πριν, οι οποίες βρίσκονται πλέον πολύ μακριά από την σημερινή κοίτη. Είναι η ασφαλέστερη λύση διότι πρόκειται για παλαιές αποθέσεις υλικού, το οποίο, πλέον, αποτελεί "στεριά" και δεν έχει σχέση με την ενεργό κοίτη του ποταμού και την μεταφορά υλικού στην ακτή. Στις περισσότερες χώρες αυτή είναι η κύρια πηγή άμμου και χαλικιού. Ο λόγος για τον οποίο στην Ελλάδα δεν επιλέγονται αυτές οι περιοχές είναι απλός: πρόκειται για ιδιωτικές εκτάσεις – ενώ η κοίτη των ποταμών είναι δημόσιο «ξέφραγο αμπέλι»…


Η εκβολή του Σελινούντα, ΒΑ του Αιγίου. Η περιοχή στα δεξιά της φωτογραφίας έχει σχηματιστεί από αρχαίες προσχώσεις του ποταμού και μπορεί να αποτελέσει χώρο για απόληψη υλικού (για όσους επιμένουν να αναζητούν τέτοια υλικά). Παρεμπιπτόντως, κάπου εκεί βρίσκεται, θαμμένη κάτω από αμμοχάλικο, και η Αρχαία Ελίκη. Γιατί δεν αφαιρούν από εκεί το επιφανειακό υλικό, βοηθώντας και τις ανασκαφές;


Υπάρχουν πολλές ακόμη λύσεις (π.χ. ανακύκλωση υλικών) που δεν είναι του παρόντος. Εκείνο που πρέπει επειγόντως να αντιληφθούμε είναι το ότι η τήρηση των περιορισμών που επιβάλει η επιστήμη είναι βασική προϋπόθεση διασφάλισης της ζωής μας. Ειδικά εν όψει των κλιματικών αλλαγών, η παραλιακή ζώνη πρέπει να ενισχυθεί όσο γίνεται περισσότερο για να αντέξει την ανύψωση της στάθμης της θάλασσας, την εισροή θαλασσινού νερού και τους ακραίους πανίσχυρους νοτιάδες. Ειδικά στον Κορινθιακό, η παραλιακή ζώνη πρέπει να αντέξει και τα περιοδικά τσουνάμι, ενώ, φυσικά, αποτελεί και την καρδιά της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Και τα θυσιάζουμε όλα αυτά για μια μικρή (ή και μεγάλη) εργολαβική διευκόλυνση;


Όταν, επιτέλους, τα "αδρανή" φτάσουν στον προορισμό τους. Εκβολές Σελινούντα, Αιγιάλεια